Ιούδ.α:3 Αγαπητοί, επειδή καταβάλλω πάσαν σπουδήν να σας γράψω περί της κοινής σωτηρίας, έλαβον ανάγκην να σας γράψω, προτρέπων εις το να αγωνίζησθε δια την πίστιν, ήτις άπαξ παρεδόθη εις τους αγίους.

Κυριακή 29 Νοεμβρίου 2015

ΑΥΤΟΙ ΠΟΥ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΜΑΚΡΙΑ ΑΠΟ ΤΗ ΒΑΣΙΛΕΙΑ ΤΟΥ ΘΕΟΥ


«Δεν είσαι μακράν από της βασιλείας του Θεού» Μάρκος ιβ:28-34

ΜΙΑ από τις μεγαλύτερες τραγωδίες της ζωής είναι η παρ’ ολίγον επιτυχία σε όλους τους τομείς: Ένας σπουδαστής προσπαθεί, διαβάζει, στερείται τα πάντα για ένα και για δύο ή και περισσότερα χρόνια, αλλά τελικά χάνει στις πανελλήνιες για μία μονάδα!

Ένας αθλητής προπονείται, αγωνίζεται, κουράζεται, στερείται τα πάντα για δύο, τρία και τέσσερα χρόνια, και τελικά στους Ολυμπιακούς χάνει έστω και το αργυρό μετάλλιο για λίγα εκατοστά δρόμου, για λίγα γραμμάρια βάρους στην άρση βαρών κλπ.


Ένας υπάλληλος δουλεύει 35 και 40 χρόνια, κολλάει ένσημα, προσπαθεί να καταβάλλει σωστά τις εισφορές του, να είναι συνεπής στις υποχρεώσεις του, και τελικά ένα μήνα πριν βγει στη σύνταξη, πεθαίνει.

Οι παρ’ ολίγον επιτεύξεις ή επιτυχίες της ζωής…

ΣΤΗ ΒΙΒΛΟ υπάρχουν κι εκεί περιπτώσεις όπου άνθρωποι έφτασαν πολύ κοντά σε μια επιτυχία, πολύ κοντά σε έναν στόχο, αλλά έχασαν τελικά, γιατί για διαφόρους λόγους δεν κατόρθωσαν να φτάσουν ως το τέλος.

Στην περικοπή που διαβάσαμε, ο γραμματέας που πλησίασε το Χριστό με το ερώτημα «ποια είναι η σπουδαιότερη εντολή», αποδείχτηκε τελικά ένα απ’ αυτά τα τραγικά πρόσωπα, που δεν ήταν μακριά από τη βασιλεία του Θεού.

Αξίζει, πιστεύω, τον κόπο να ρίξουμε μια ματιά σε ορισμένα σημεία της κατάστασης αυτών των ανθρώπων, και να εξετάσουμε παράλληλα και τους εαυτούς μας, μήπως ανήκουμε κι εμείς σ’ αυτή την τραγική κατηγορία εκείνων, που ακριβώς για κάτι λίγο, χάνουν τελικά το στόχο της σωτηρίας ή της αγίας και της νικηφόρου εν Χριστώ ζωής.

Προσέξτε πόσο ευγενικά και με πόση λεπτότητα μιλάει ο Χριστός σ’ εκείνο το νομοδιδάσκαλο. Εκείνος πηγαίνει προς Αυτόν με σκοπό να Τον φέρει σε δύσκολη θέση, όπως εξηγεί τόσο ο Ματθαίος όσο και ο Λουκάς. Ο Κύριος όμως τον αντιμετωπίζει με ευγένεια και πραότητα: «Δεν βρίσκεσαι μακριά από τη βασιλεία του Θεού».

Ο Χριστός δεν αποπαίρνει! Ο Κύριος βλέπει την αμαρτία σαν ασθένεια κι όχι σαν θάνατο. Κι είναι Αυτός ο μεγάλος γιατρός, που καταλαβαίνει και διαβλέπει ότι μερικοί άνθρωποι έχουν περισσότερες ελπίδες απ’ ό,τι κάποιοι άλλοι, και ασχολείται μ’ αυτούς. Ο μισός κόσμος μας, δηλ. το ένα ημισφαίριο της γης, τώρα, τη στιγμή που μιλάμε, βρίσκεται στο σκοτάδι. Όμως, μερικά μέρη απέχουν λιγότερη ώρα από το ξημέρωμα, απ’ ό,τι άλλα. Έτσι είναι και οι άνθρωποι μακριά από το Χριστό: Κάποιοι βρίσκονται στο παχύ σκοτάδι, και κάποιοι άλλοι, ανάλογα με την πρόθεσή τους να γνωρίσουν το Χριστό, βρίσκονται πιο κοντά στο φως. «Δεν βρίσκονται μακριά από τη βασιλεία του Θεού».

Όμως αν διακρίνουμε τη μεγάλη ευγένεια του Κυρίου μας στα λόγια του, πρέπει να διακρίνουμε και την απόλυτη σοβαρότητα αυτών των λόγων. Δεν βρίσκεσαι μακριά, όχι – αλλά δεν είσαι και μέσα στη βασιλεία. Κι ένας μπορεί να μη βρίσκεται μακριά από τη βασιλεία, αλλά να μην μπει και ποτέ μέσα σ’ αυτήν.
Θυμόμαστε όλοι το ναυάγιο του «Σάμινα» τον Σεπτέμβριο του 2000 έξω από το λιμάνι της Πάρου. Είχε διασχίσει όλη την απόσταση από τον Πειραιά μέχρι την Πάρο, δεν βρισκόταν μακριά από το λιμάνι του νησιού, αλλά δεν ήταν μέσα. Και χάθηκε ενώ ήταν πολύ κοντά στο λιμάνι. Όπως υπάρχουν πολλοί που έχουν πλησιάσει πολύ κοντά στο Χριστό αλλά δεν έχουν συνδεθεί μαζί Του, και χάνονται ενώ δεν είναι μακριά από τη βασιλεία του Θεού.

   1.     Τα χαρακτηριστικά.

Τι ήταν εκείνο που έκανε το Χριστό να πει σ’ εκείνο τον γραμματέα ότι δεν είναι μακριά από τη βασιλεία του Θεού; Μ’ άλλα λόγια, ποια είναι τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα εκείνων που δεν είναι μακριά από τη βασιλεία του Θεού;

α) Είναι δεκτικοί του κηρύγματος του ευαγγελίου. Είναι πρόθυμοι ν’ ακούσουν τα λόγια του Χριστού.

Τον άνθρωπο αυτό θα τον βρούμε μέσα στο πλήθος που περιτριγυρίζει τον Κύριο με λαχτάρα ν’ ακούσει τα λόγια του. Ενδεχομένως δεν ήταν τόσο σύνηθες να μαζεύονται τα πλήθη σε ανοιχτούς χώρους, έξω από τις συναγωγές ή από το Ναό, για ν’ ακούσουν θρησκευτικές ομιλίες, και το γεγονός ότι αυτός ο αριστοκράτης, ο μορφωμένος γραμματέας του νόμου, είχε αναμειχθεί με το πλήθος, έδειχνε πως τουλάχιστον ενδιαφερόταν για τα πράγματα της βασιλείας του Θεού.

Κι είναι αυτός ο τύπος εκατοντάδων ανθρώπων σήμερα. Μπορούμε να τους διακρίνουμε μέσα στα ακροατήρια των εκκλησιών να κάθονται με σεβασμό και ενδιαφέρον κάθε Κυριακή και να παρακολουθούν το κήρυγμα. Κι όμως, αν αναρωτηθεί κανείς τι επίδραση είχε το ευαγγέλιο στην καρδιά αυτού του ανθρώπου, θα διαπιστώσει πως εκείνο που τον ενδιαφέρει είναι η διανοητική προσέγγιση στο λόγο του Θεού, ή η απλή ηθική θεώρηση, για να μπορεί καλύτερα να εκπληρώνει μερικά θρησκευτικά καθήκοντα, και τίποτε περισσότερο. Όσο αφορά μια βαθύτερη, προσωπική σχέση με το Χριστό, μια σχέση που απελευθερώνει από τη δύναμη της αμαρτίας και την ενοχή, όλα αυτά του είναι άγνωστα, όπως άγνωστα ήταν και στον γραμματέα της ιστορίας μας.

Τι έχει να πει ο Χριστός σ’ έναν τέτοιο άνθρωπο;

Μήπως του φέρεται άσκημα; Μήπως τον αποπαίρνει ή τον χαρακτηρίζει “τάφο ασβεστωμένο”, όπως έκανε με τους Φαρισαίους;  Τίποτε απ’ όλα αυτά. Γυρίζει, τον κοιτάζει με αγάπη και μ’ ένα πονεμένο ίσως χαμόγελο, και του λέει: «Δεν είσαι μακριά από τη βασιλεία του Θεού».

Σαν να του λέει: Φίλε μου, το να είσαι μέσα στην εκκλησία, δεν σημαίνει πως είσαι «εν Χριστώ». Αλλά μόνο ο Χριστός είναι ο δίαυλος, μέσα από τον οποίο η ζωή του Θεού διοχετεύεται στον άνθρωπο. Η στενή ένωση μαζί του, σημαίνει στενή ένωση με τη ζωή –την υπέρτατη ζωή.

Ιωάν.ιζ:3 Αύτη δε είναι η αιώνιος ζωή, το να γνωρίζωσι σε τον μόνον αληθινόν Θεόν και τον οποίον απέστειλας Ιησούν Χριστόν.

Μήπως μοιάζεις με αυτό τον συμπαθή άνθρωπο κι εσύ; Σου αρέσει ν’ ακούς τα λόγια του Θεού, σου αρέσει ακόμη να μελετάς το ευαγγέλιο. Μπορεί και να το υποστηρίζεις στις διάφορες συζητήσεις σου με τους άλλους, αλλά: έχεις προσωπική επαφή με το Χριστό; Αυτό είναι το καίριο ερώτημα, και μέχρι αυτό το ερώτημα ν’ απαντηθεί, ο Χριστός θα σου λέει στο αυτί: «Δεν είσαι μακριά – αλλά δεν είσαι και μέσα – στη βασιλεία των Ουρανών».

β) Ενδιαφερόταν ζωηρά και ρωτούσε για την αιώνια ζωή.

Τον γραμματέα της ιστορίας μας τον βλέπουμε να έρχεται στο Χριστό με ένα ερώτημα στα χείλη. Πολλά ερωτήματα υπέβαλλαν κάθε μέρα στον Κύριο. Πολλά απ’ αυτά ήταν περίεργα και άλλα γελοία. Από το τι ρωτάει κανείς το Χριστό, μπορούμε να βγάλουμε κι ένα συμπέρασμα γι’ αυτό τον άνθρωπο. Κι ο άνθρωπος αυτός εδώ θέτει ένα πολύ σπουδαίο ερώτημα στον Κύριο: «Κύριε», του λέει, «ποια είναι η σπουδαιότερη απ’ όλες τις εντολές;»

Κι όταν ο Χριστός του απάντησε με την επιτομή θα λέγαμε του ιερού νόμου του Δευτερονομίου, ο γραμματέας ενθουσιάστηκε κι απάντησε με χαρά στον Κύριο: «Ναι, Κύριε, σωστά τα λες! Το να αγαπάς τον Κύριο τον Θεό σου με όλη σου την καρδιά, το νου και την ψυχή, και το ν’ αγαπάς τον πλησίον σου σαν τον εαυτό σου, αξίζει περισσότερο απ’ όλα τα θυμιάματα και τις θυσίες!» Κι αυτή η αντίδραση του γραμματέα λες και συνεπήρε τον Κύριο. Αυτός ο Σαδδουκαίος δεν ήταν συνηθισμένος συζητητής. Δεν ήταν μακριά από τη βασιλεία του Θεού…

Έτσι, αυτός ο γραμματέας εκπροσωπεί και σήμερα τον ένθερμο αμφισβητία μέσα στην εκκλησία του Χριστού. Είναι οι «έντιμοι αμφισβητίες». Τι πρόσφεραν όμως όλοι αυτοί στην εκκλησία του Χριστού; Μπορεί να μην πρόσφεραν πολλά πράγματα, αλλά πρόσφεραν κάτι μοναδικό: Όταν πείσθηκαν για την αλήθεια του Χριστού, έγιναν ανδρωμένοι υπηρέτες αυτής της αλήθειας.

Ο Χριστός απέδειξε πως αγαπάει τους έντιμους αμφισβητίες και τους απαντάει: «Δεν είσαι μακριά από τη βασιλεία των ουρανών – αρκεί να μην ξεχάσεις ποτέ πως δεν είσαι μέσα σ’ αυτήν! Η εντιμότητά σου στην αμφισβήτηση δεν θα σε σώσει». Πολλοί ρωτούν: «Μα είναι αμαρτία να αμφιβάλλω;» Όχι, δεν είναι αμαρτία η αμφισβήτηση – είναι αρρώστια, αν παραμείνει για πάντα αμφισβήτηση! Μεγάλοι αμφισβητίες σίγουρα σώθηκαν αλλά δεν τους έσωσε η αμφισβήτησή τους. Σώθηκαν δια της πίστεως που ήταν κάπου κρυμμένη μέσα στην αμφισβήτησή τους.

Είσαι όμως σίγουρος ότι η αμφισβήτησή σου είναι έντιμη; Είσαι βέβαιος πως δεν υπάρχει καμιά υστεροβουλία πίσω από την αμφισβήτησή σου; Μήπως κατά βάθος θέλεις ν’ αρνηθείς το Χριστό;

Κάποτε ένας μεγάλος ευαγγελιστής, προσκλήθηκε από έναν φοιτητή να πάνε να επισκεφτούν ένα συμφοιτητή του, που ενδιαφερόταν για πολλά θέματα αλλά δεν μπορούσε να έρθει στις συναθροίσεις.

Πράγματι ο ευαγγελιστής επισκέφτηκε τον νεαρό, κι αμέσως ο νεαρός άρχισε να του θέτει μερικές διανοουμενίστικες, θα λέγαμε, δυσκολίες, που τον εμπόδιζαν να δεχτεί το Χριστό στην καρδιά του: Λ.χ. η θεοπνευστία των Γραφών, η θεότητα του Χριστού κλπ.

Ο ευαγγελιστής τον άκουσε προσεκτικά και κάποια στιγμή του είπε: «Πράγματι, έχω ασχοληθεί με όλες αυτές τις δυσκολίες, και είμαι διατεθειμένος να μείνω εδώ μαζί σου και να τις συζητήσω όλη τη νύχτα. Πες μου όμως κάτι, πριν συνεχίσουμε: Αν καταφέρω να σου λύσω όλες σου τις απορίες, είσαι έτοιμος να έρθεις αύριο το βράδυ στη συνάθροιση και να ομολογήσεις δημόσια το Χριστό;» Ο νεαρός έμεινε για λίγο σιωπηρός κι ύστερα απάντησε πως δεν μπορούσε να δεσμευτεί πως θα έκανε μια τέτοια ομολογία. «Τότε», απάντησε ο ευαγγελιστής, γιατί να χάσουμε τον καιρό μας όλη τη νύχτα; Με την καρδιά πιστεύει κανείς, και με το στόμα γίνεται ομολογία προς σωτηρίαν». Και μ’ αυτά τα λόγια σηκώθηκε κι έφυγε.

Ο νεαρός εκείνος υπέφερε από ηθική δειλία, όσο κι αν δεν το καταλάβαινε, και προσπαθούσε να την κρύψει πίσω από τις αμφιβολίες του. Πόσοι τέτοιοι υπάρχουν σε όλες τις εποχές! Κάνουν πίσω και δεν μπαίνουν στη βασιλεία των ουρανών, επειδή είναι ηθικά αδύναμοι, αλλά ξεγελούν τους εαυτούς τους πιστεύοντας ότι ο λόγος που τους κάνει να διστάζουν είναι οι διανοητικές τους απορίες, που πρέπει πρώτα να επιλυθούν.

   2.     Πόσο είναι το “παρά λίγο”;

Αυτοί ήταν μερικοί από τους λόγους που έκαναν το Χριστό να πει σ’ εκείνο τον Σαδδουκαίο: «Δεν βρίσκεσαι μακριά από τη βασιλεία του Θεού».

Αλλά ανάμεσα στο “κοντά” στη βασιλεία και στο “μέσα” σ’ αυτήν, η απόσταση είναι πολύ μικρή. Είναι εκείνο το “παρ’ ολίγον με πείθεις να γίνω χριστιανός” που είπε ο βασιλιάς Αγρίππας στον Παύλο, που του μιλούσε για τη σωτηρία του Χριστού. Το ερώτημα είναι πόσο είναι αυτό το “παρ’ ολίγον”; Η απόσταση μπορεί να είναι μικρή αλλά είναι πολύ σημαντική. Μικρή είναι η απόσταση –λένε– ανάμεσα στον ύπνο και στον θάνατο αλλά είναι τόσο σημαντική!

Μπορούμε στη Βίβλο να διακρίνουμε μερικά μικρά πράγματα, που χαρακτηρίζουν το πέρασμα του ανθρώπου από το θάνατο στη ζωή, από τη βασιλεία του θανάτου στη βασιλεία των ουρανών. Και τα μικρά αυτά πράγματα τους χωρίζουν όχι μόνον από τη βασιλεία των ουρανών αλλά και από την πρόοδο μέσα σ’ αυτή τη βασιλεία, και από την πλήρη Πνεύματος αγίου χριστιανική ζωή.

α) Πόσοι και πόσοι ακούνε κάθε μέρα για το ευαγγέλιο του Χριστού! Πόσοι και πόσοι δεν ακούνε από την παιδική τους ηλικία για την πίστη που σώζει! Πόσοι και πόσοι δεν εντυπωσιάζονται από την αγάπη του Θεού για τον αμαρτωλό! Όμως μια αμαρτία, μια προσκόλληση στο πρόσωπο μιας παράνομης συζύγου, στάθηκε πιο δυνατή από τη σώζουσα χάρη του Θεού. Σαν τον βασιλιά Αγρίππα, που “παρά λίγο” θα είχε πεισθεί για το κήρυγμα του Παύλου.

Μήπως κι εσένα κάτι μικρό σε κρατάει και δεν έρχεσαι στον Χριστό; Κάποιους τους κρατάει το τι θα πει ο κόσμος. Κάποιους άλλους το πώς θα ζήσουν τη χριστιανική ζωή, κάποιους τρίτους το πώς θα περιορίσουν πράγματα που αγαπούν, και που δεν θέλουν να τα θυσιάσουν για το Χριστό. Ψευτοδιλήμματα, με τα οποία ο εχθρός της ψυχής μας τους κρατάει μακριά από τη χάρη του Θεού. Μολονότι δεν βρίσκονται μακριά από τη βασιλεία των ουρανών. Και τη χάνουν για ένα μικρό, ένα τελικό βήμα παράδοσης, στο παρά λίγο.

Όλοι θυμόμαστε τον Ησαύ. Εκείνο τον πολεμιστή, τον κυνηγό, τον άντρα της υπαίθρου, τον πρωτότοκο γιο του Ισαάκ, που είχε δικαιωματικά όλα τα προνόμια του πρώτου γιου. Δεν τα κράτησε όμως ως το τέλος. Τα πούλησε στον αδερφό του τον Ισαάκ για ένα πιάτο φακή. Κι ενώ θα μπορούσε να είναι ο ευλογημένος γιος του πατέρα του, αν κρατούσε τη θέση του ως το τέλος, εν τούτοις ο Ιακώβ πρόλαβε και του πήρε και την τελική ευλογία. Ο Ησαύ παρά λίγο θα ήταν ο ευλογημένος γιος, αλλά έχασε την ευκαιρία, για ένα πιάτο φακή.

Πόσες ευλογίες δεν χάνουμε στη ζωή μας “για ένα πιάτο φακή”! Γιατί εκτιμάμε περισσότερο τα πράγματα του κόσμου από τα πράγματα του Θεού. Γιατί δίνουμε μεγαλύτερη σημασία στις υποσχέσεις του κόσμου από ό,τι στις υποσχέσεις του Θεού. Και μένει η ζωή μας στεγνή, τυπική, αποξηραμένη από τους χυμούς του Πνεύματος του Θεού, χωρίς τη χαρά του Χριστού, χωρίς καρπό, χωρίς προοπτική προόδου εν Χριστώ.

δ) Αλλά θυμάμαι και τον Χριστό στη Γεθσημανή. Μόλις, λέει η Γραφή, έφτασε με τους μαθητές του στον Κήπο, πήρε τους τρεις πιο αγαπημένους του, τον Πέτρο, τον Ιάκωβο και τον Ιωάννη κι αποχωρίστηκε από τους υπολοίπους. Κι όταν έφτασε σε ένα πιο απόμακρο σημείο, άφησε και τους τρεις και αποχωρίστηκε απ’ αυτούς «ως λίθου βολήν», για να προσευχηθεί. Στην ουσία ήταν για να πάρει την πιο μεγάλη, την πιο σημαντική απόφαση της ανθρώπινης ζωής του: Το δικό του θέλημα ή το θέλημα του Θεού. Τελικά τάχθηκε με το θέλημα του Θεού οτιδήποτε κι αν αυτό επρόκειτο να του στοιχίσει.

Πόσο απέχεις για να παραδοθείς ολότελα στο θέλημα του Θεού; Μήπως απέχεις όσο να πετάξεις ένα λιθάρι –κάποια μέτρα– αλλά διστάζεις να πεις «όχι το δικό μου θέλημα Κύριε αλλά το δικό σου να γίνει» και να είσαι κι έτοιμος να πληρώσεις γι’ αυτό; Μήπως κάνεις πίσω την τελευταία στιγμή; Μήπως διστάζεις να αφήσεις την παρέα των αδερφών σου, που μαζί τα λέγατε μια ολόκληρη ζωή –όσο πιστοί άνθρωποι κι αν ήταν– και να πάρεις μια απόφαση κρίσιμη και προσωπική μπροστά στο Θεό;

Πόσο απέχουμε αδερφοί μου από τη βασιλεία των ουρανών; Πόσο είναι για μας εκείνο το “ου μακράν”, που είπε ο Χριστός;

Μήπως κι εμείς απέχουμε όσο το “παρ’ ολίγον” του βασιλιά Αγρίππα ή εκείνου του Σαδδουκαίου, που πλησίασε τον Χριστό, και δεν κάνουμε το τελευταίο βήμα παραχώρησης στη σωτήρια χάρη του Θεού;

Μήπως για μας το “ου μακράν” από τη ζωή της νίκης είναι λίγα βέλη από τη φαρέτρα της πίστεως που δεν τα χρησιμοποιήσαμε στον πνευματικό μας αγώνα, και μένουμε τελικά νικημένοι χριστιανοί, γιατί δεν αγωνιστήκαμε “μέχρις αίματος” εναντίον των πειρασμών και της αμαρτίας;

Μήπως για μας το “ου μακράν” από μια ζωή γεμάτη από τις ευλογίες του Θεού, είναι ένα πιάτο φακή; Μήπως προτιμήσαμε τις αξίες του κόσμου από τις αξίες του Θεού;

Μήπως, τέλος, το “ου μακράν” από τη ζωή της αφιέρωσης είναι μια μικρή απόσταση “ως λίθου βολήν”, που δεν θελήσαμε να την κάνουμε, για να μη χάσουμε την πνευματική μας καλοπέραση, την παρέα μας, τους φίλους μας, γιατί αποφεύγουμε να μη ματώσουμε στην προσευχή;