Ιούδ.α:3 Αγαπητοί, επειδή καταβάλλω πάσαν σπουδήν να σας γράψω περί της κοινής σωτηρίας, έλαβον ανάγκην να σας γράψω, προτρέπων εις το να αγωνίζησθε δια την πίστιν, ήτις άπαξ παρεδόθη εις τους αγίους.

Τρίτη 21 Οκτωβρίου 2014

Τα χαρίσματα του Πνεύματος (36)



Πίστη, όταν η απελευθέρωση ή η θεραπεία δεν έρχεται.

Η πίστη μας πρέπει να αναπαύεται στο Θεό, όχι σε μια θεολογία άμεσης απελευθέρωσης ή θεραπείας. Μερικές φορές ο Θεός δεν απαντά στις προσευχές μας με τον τρόπο που θα θέλαμε ή περιμέναμε. Ωστόσο, έχουμε εμπιστοσύνη σ' αυτόν. Ο Ιώβ είπε: «Και αν με θανατόνη, εγώ θέλω ελπίζει εις αυτόν» (Ιώβ ιγ:15). Ο Θεός δεν είναι ο πρωτουργός των ασθενειών ή των δυσκολιών - η αμαρτία του ανθρώπου έφερε αυτά τα πράγματα στον κόσμο - αλλά Αυτός επιτρέπει να συμβούν στο δρόμο μας.
 
Δεν πρέπει να αποθαρρυνόμαστε όταν έρχονται δοκιμασίες, αλλά να εκζητήσουμε το θέλημα του Θεού μέσα σ’ αυτές.

Ιάκ.α:2-4 «Πάσαν χαράν νομίσατε, αδελφοί μου, όταν περιπέσητε εις διαφόρους πειρασμούς, γνωρίζοντες ότι η δοκιμασία της πίστεώς σας εργάζεται υπομονήν. Η δε υπομονή ας έχη έργον τέλειον, διά να ήσθε τέλειοι και ολόκληροι, μη όντες εις μηδέν ελλιπείς».

Ο Θεός δεν εμποδίζει τις δοκιμασίες, αλλά παρέχει πάντα τη χάρη ώστε να μπορούμε να αντέξουμε και να μας ελευθερώσει την ώρα της θλίψης: «Πειρασμός δεν σας κατέλαβεν ειμή ανθρώπινος· πιστός όμως είναι ο Θεός, όστις δεν θέλει σας αφήσει να πειρασθήτε υπέρ την δύναμίν σας, αλλά μετά του πειρασμού θέλει κάμει και την έκβασιν, ώστε να δύνασθε να υποφέρητε» (Α’ Κορ.ι:13).

Μερικές φορές ο Θεός μας ελευθερώνει ως εκ θαύματος από μια θλίψη, αλλά μερικές φορές επιτρέπει να περάσουμε μέσα από τη θλίψη. Για παράδειγμα, ο βασιλιάς Ηρώδης συνέλαβε δύο αποστόλους, τον Πέτρο και τον Ιάκωβο. Ο Θεός θαυματουργικά ελευθέρωσε τον Πέτρο από τη φυλακή, αλλά δεν σταμάτησε τον αποκεφαλισμό του Ιάκωβου. Η ίδια εκκλησία προσευχήθηκε και για τους δύο άνδρες. Δεν μπορούμε να κατηγορήσουμε την εκκλησία ή τον Ιάκωβο για έλλειψη πίστης, αλλά πρέπει να αναγνωρίσουμε ότι και οι δύο άνδρες έζησαν και πέθαναν στην πίστη και το θέλημα του Θεού.

Όταν ο Παύλος συνελήφθη στην Ιερουσαλήμ, δεν εξασφάλισε μια θαυματουργική απελευθέρωση όπως αυτή του Πέτρου, έτσι ώστε να ωφεληθεί απ’ όλες τις προσφυγές και νομικές διαδικασίες. Θα μπορούσε να κρατήσει πικρία επειδή ο Θεός δεν τον ελευθέρωσε, ή να παραιτηθεί από όλες τις προσπάθειες να ξεμπλέξει,  κάτω από τη θεωρία ότι δεν πρέπει να αντιταχθεί στο φαινομενικό θέλημα του Θεού. Ωστόσο, και οι δύο επιλογές θα ήταν λάθος. Ήταν θέλημα του Θεού να υποφέρει υπομονετικά, συνεχίζοντας να προσεύχεται, να εργαστεί για την απελευθέρωση, και να κάνει ό, τι μπορούσε για να προωθήσει το Ευαγγέλιο. Στο τέλος, ο Παύλος εκτελέστηκε, αλλά μέχρι τότε μπόρεσε να ομολογήσει σε διάφορους κυβερνητικούς ηγέτες, συμπεριλαμβανομένου του Ρωμαίου αυτοκράτορα, και έγραψε επιστολές που αποτελούν μέρος της Καινής Διαθήκης σήμερα. Ο Θεός είχε ένα σχέδιο για τις θλίψεις του Παύλου που ήταν μεγαλύτερο από ό, τι ο Παύλος μπορούσε να συνειδητοποιήσει τότε, απλά έπρεπε να ζήσει με πίστη.

Ο Παύλος αγωνίστηκε ακόμα για ένα «σκόλοπα εις την σάρκα, άγγελον Σατάν διά να τον ραπίζη». Ήταν η δαιμονική αντίσταση που συναντούσε παντού όπου πήγαινε για να κηρύξει το Ευαγγέλιο. Ορισμένοι πιστεύουν ότι πρόκειται για κάποιο φυσικό πρόβλημα, αλλά σε κάθε περίπτωση δεν ήταν από το Θεό. Τρεις φορές ο Παύλος προσευχήθηκε για απελευθέρωση, αλλά ο Θεός δεν απάντησε στην προσευχή του όπως θα ήθελε. Αντίθετα, ο Θεός του είπε, «Αρκεί εις σε η χάρις μου· διότι η δύναμίς μου εν αδυναμία δεικνύεται τελεία» (Β΄ Κορ.ιβ:7-9).

Οι αρχές που έχουμε εξετάσει ισχύουν για φυσικές ασθένειες. Η Ρωμ.η:28 μας λέει, «Εξεύρομεν δε ότι πάντα συνεργούσι προς το αγαθόν εις τους αγαπώντας τον Θεόν, εις τους κεκλημένους κατά τον προορισμόν αυτού». Μπορεί να μην είμαστε σε θέση να διακρίνουμε το συγκεκριμένο καλό που προέρχεται από κάθε αρνητικό γεγονός, αλλά αν δούμε τη ζωή μας συνολικά, θα συμφωνήσουμε ότι ο Θεός έχει εργαστεί τα πάντα, είτε θετικά είτε αρνητικά για το υπέρτατο καλό μας.

Έτσι, στην ασθένεια, πρέπει να συνεχίσουμε να αγαπάμε το Θεό, να κάνουμε το θέλημά Του, και να Τον εμπιστευόμαστε. Αν κάτι στη ζωή μας δεν είναι ευχάριστο σ’ Αυτόν, πρέπει να μετανοήσουμε και να διορθώσουμε τη ζωή μας.

Πρέπει να προσευχόμαστε και να πιστεύουμε στη θεία θεραπεία, αλλά αν αρρωστήσουμε, μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε όλα τα μέσα που ο Θεός μας έχει διαθέσει για την ανακούφιση του πόνου και την πρόοδο της αποκατάστασης.

Η πίστη δεν εκδηλώνεται μόνο με θαυματουργικές απελευθερώσεις, η πίστη μπορεί εξίσου να φανεί στην υπομονετική καρτερία μέσα στις θλίψεις. Η προς Εβρ.ια απαριθμεί πολλούς ήρωες της πίστης: άλλοι είδαν θαύματα μέσω της πίστης, ενώ άλλοι πέθαναν στην πίστη, χωρίς να πάρουν ένα θαύμα.

Τα τρία Εβραιόπουλα στη Βαβυλώνα περίμεναν μια θαυματουργική απελευθέρωση, αλλά και αν ο Θεός δεν τους απελευθέρωνε, αυτοί είχαν δεσμευτεί να Τον υπηρετούν. Είπαν στον Ναβουχοδονόσορ, «Εάν ήναι ούτως, ο Θεός ημών, τον οποίον ημείς λατρεύομεν, είναι δυνατός να μας ελευθερώση εκ της καμίνου του πυρός της καιομένης· και εκ της χειρός σου, βασιλεύ, θέλει μας ελευθερώσει. Αλλά και αν ουχί, ας ήναι γνωστόν εις σε, βασιλεύ, ότι τους θεούς σου δεν λατρεύομεν και την εικόνα την χρυσήν, την οποίαν έστησας, δεν προσκυνούμεν» (Δανιήλ γ:17-18).

Κάποιοι λανθασμένα διδάσκουν ότι η θεία θεραπεία αναπόφευκτα έρχεται αν μόνο οι άνθρωποι έχουν αρκετή πίστη, εξομολογηθούν σωστά, ή ακολουθήσουν μια συγκεκριμένη διαδικασία. Αλλά ο Θεός είναι Κυρίαρχος, δεν μπορούμε να Τον κατανοήσουμε και πολύ λιγότερο να Τον χειραγωγήσουμε ή να Του υπαγορεύσουμε τι και πως πρέπει να κάνει κάτι. Εξ ορισμού, η πίστη διατηρεί πάντα ένα στοιχείο μυστηρίου, άγνωστου, εμπιστοσύνης, παρά έλλειψης κατανόησης. Δεν μπορούμε ποτέ να τη μειώσουμε σ’ ένα υπεραπλουστευμένο, άκαμπτο τύπο.

Υπάρχουν χαρισματικές εκκλησίες που διδάσκουν έντονα τη διδασκαλία της θετικής ομολογίας: ότι αν κάποιος ομολογήσει  τη θεραπεία του με τέλεια πίστη, αυτός αναπόφευκτα θα θεραπευθεί. Σ’ ένα μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου μιας τέτοιας Εκκλησίας είχε διαγνωστεί ανίατος καρκίνος. Η εκκλησία προσευχήθηκε, ομολόγησε, ενωμένοι όλοι μαζί διεκδίκησαν τη νίκη. Ο άνθρωπος όμως δεν θεραπεύτηκε, αλλά η κατάσταση συνέχιζε να επιδεινώνεται. Τελικά, ο ποιμένας της εκκλησίας του είπε ότι η πίστη αυτών που προσευχόταν ήταν ισχυρή, ο λόγος που δεν θεραπεύτηκε ήταν η δική του έλλειψη πίστης. Ο ασθενής απέρριψε αυτό το συμπέρασμα και γι’ αυτό τον ανάγκασαν να εγκαταλείψει την εκκλησία. Τη στιγμή που χρειαζόταν περισσότερη ενθάρρυνση, η διδασκαλία αυτή χρησιμοποιήθηκε για να του επιτεθούν. Στο τέλος, αφού έφυγε από αυτή τη συνάθροιση, θεραπεύτηκε θαυματουργικά!